Η σχέση δύο ή περισσότερων προτάσεων που δεν είναι ισότιμες συντακτικά (κύρια – δευτερεύουσα, δευτερεύουσα – εξαρτημένη δευτερεύουσα). Στην περίπτωση αυτή η μια πρόταση εξαρτάται από την άλλη, μεταβάλλεται σε μέρος της, συνδεόμενη μαζί της με διάφορες συνδετικές λέξεις (συνδέσμους, αντωνυμίες, μόρια). Χαρακτηρίζει τον ακαδημαϊκό λόγο και χρησιμοποιείται για να εκφράσει σύνθετες λογικές συσχετίσεις και προσδίδει στον λόγο περισσότερο επεξεργασμένο, τυπικό και επίσημο ύφος.